Το Ιερό των Βασσών στην αρχαϊκή εποχή

Οι αρχαιολογικές έρευνες στην περιοχή των Βασσών δείχνουν ότι η τοποθεσία που στέκει σήμερα ο ναός ήταν ιερή από τον 8ο αι. π. Χ. και πιθανότατα αφιερωμένη στη λατρεία πολεμικού θεού. Στο συμπέρασμα αυτό μας οδηγούν κατά κύριο λόγο τα κινητά ευρήματα από τις επιχώσεις στον περιβάλλοντα χώρο του ναού του Απόλλωνα. Πρόκειται για οπλισμό όπως είναι οι αιχμές βελών και δοράτων, καθώς και χάλκινες απομιμήσεις όπλων (ακοντίων, κρανών, ασπίδων, κ.α.), σε μικρές διαστάσεις τα οποία ήταν αφιερώματα στον θεό.


Χάλκινο ειδώλιο Κούρου. Πιθανόν απεικονίζει τον Απόλλωνα. Προέρχεται από την Φιγάλεια, Βάσσες και χρονολογείται στην Αρχαϊκή εποχή (700 – 480 π.Χ.)
Σιδερένιο ειδώλιο Κούρου. Πιθανόν απεικονίζει τον Απόλλωνα.
Προέρχεται από την Φιγάλεια, Βάσσες και χρονολογείται στην Αρχαϊκή εποχή (700 – 480 π.Χ.)
Εκτίθεται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πύργου

Ανάμεσα στα ευρήματα συγκαταλέγονται δύο ανδρικά αγαλματίδια τα οποία είναι πιθανό ότι απεικονίζουν την λατρευόμενη θεότητα και αποτελούν μέχρι στιγμής τα πρωιμότερα αφιερώματα που έχουν ανακαλυφθεί.

Λίγο αργότερα, τον 7ο αι. π. Χ. οι κάτοικοι της Φιγάλιας, σημαντικής αρκαδικής πόλης προστρέχουν και βρίσκουν βοήθεια στον Απόλλωνα, θεό του φωτός, της λογικής και της μαντικής.

Το γεγονός που τους ώθησε να καταφύγουν στον Απόλλωνα σχετίζεται με την πολιορκία και κατάληψη της πόλης τους από τους Σπαρτιάτες και τοποθετείται χρονικά γύρω στο 659 π.Χ.

Οι Φιγαλείς κατάφεραν να απελευθερώσουν την πόλη τους ακολουθώντας χρησμό του Δελφικού Μαντείου που τους προέτρεπε να πολεμήσουν τους Σπαρτιάτες όχι μόνοι τους, αλλά με εκατό επίλεκτους άνδρες της αρκαδικής πόλης Ορεσθάσιον η οποία βρισκόταν στη λεκάνη της Μεγαλόπολης.

Πράγματι, η εκδίωξη των Σπαρτιατών επετεύχθη και οι Φιγαλείς αποκαταστάθηκαν στην πόλη τους, αφού προηγουμένως οι Ορεσθάσιοι έπεσαν μέχρις ενός στη μάχη. Έπειτα από αυτό το κατόρθωμα, οι Φιγαλείς τιμώντας τους έστησαν στην αγορά της πόλης τους ένα πολυάνδριο μνημείο και αφιέρωσαν στον Επικούριο Απόλλωνα, βοηθό και σωτήρα τους, ναό στις Βάσσες του όρους Κωτίλιο.

Η ανέγερση του ναού αυτού υπολογίζεται στα τέλη του 7ου αι. π. Χ.

Κάτοψη του Ιερού των Βασσών. Αρχαϊκός ναός στα νότια του σήμερα ιστάμενου κλασικού ναού
.
Τα θεμέλια του αρχαϊκού κτηρίου στα νότια του ικτίνειου ναού που διακρίνεται στο φόντο

Σχετικά με την θέση (ή τις θέσεις) των διαδοχικών ναών του Απόλλωνα που προϋπήρξαν του σήμερα ιστάμενου, κλασικού μνημείου, έχουν διατυπωθεί έως και σήμερα πολλές απόψεις. Σύμφωνα με την επικρατούσα θεωρία, στον πρώτο ναό του Απόλλωνα ανήκουν τα κατάλοιπα θεμελίωσης ενός μεγάλου αρχαϊκού κτηρίου πλησίον του κλασικού μνημείου και νοτίως αυτού.

Ο αρχαϊκός αυτός ναός είχε επίσης προσανατολισμό προς Β., δεν διέθετε πτερό ενώ οι τοίχοι του ήταν πλίνθινοι με ξύλινες ενισχύσεις και ήταν πλούσια διακοσμημένος με πήλινα στοιχεία. Επιπλέον, όπως συμβαίνει και στο κλασικό μνημείο, το εσωτερικό του χωρίζεται σε δύο μέρη εκ των οποίων το νότιο πρέπει να ήταν το άδυτο, το οποίο διέθετε άνοιγμα στα ανατολικά.

Από τον αρχαϊκό αυτό ναό σώθηκαν σώθηκαν θραύσματα πήλινων κεραμίδων και από το δισκοειδές ακρωτήριό του τα οποία επέτρεψαν την αποκατάστασή του έπειτα συμπλήρωση. Το ακρωτήριο βρισκόταν στην στέγη, επάνω από το αέτωμα και έφερε γραπτή διακόσμηση με γεωμετρικά μοτίβα. Είναι παραπλήσιο του κεντρικού ακρωτηρίου του Ηραίου της Ολυμπίας που αντικρύζουν οι επισκέπτες στο Αρχαιολογικό της Μουσείο.

Ναός Επικούριου Απόλλωνα

Πήλινο δισκοειδές ακρωτήριο του αρχαϊκού ναού

Γραπτή διακόσμηση με γεωμετρικά μοτίβα

Σύμφωνα με την άποψη που στηρίζουν άλλοι μελετητές, είναι πιθανό ο κλασικός ναός να χτίστηκε επάνω στα θεμέλια που εντοπίστηκαν ενός παλαιότερου κτηρίου (ίσως του 500 π.Χ. ή παλαιότερου) με ίδιο προσανατολισμό, όπως συμβαίνει και σε άλλα ιερά της περιοχής, όπως στο ναό της Αθηνάς και του Διός Σωτήρος στο Κουρδουμπούλι στην αρχαία Φιγαλεία και στο δωρικό ναό της Αθηνάς στην Αλίφειρα.

Γύρω από τον αρχαϊκό ναό του Απόλλωνος, (ο οποίος φαίνεται πως είχε δύο ή τρεις οικοδομικές φάσεις) αναπτύχθηκε μικρός οικισμός, που εξακολούθησε να υπάρχει και κατά την Κλασσική εποχή. Στο τόπο του ιερού πρέπει να εγκαταστάθηκαν γύρω στο 650 π.Χ. φυγάδες Μεσσήνιοι εκδιωγμένοι από τους Σπαρτιάτες.

Στα ευρήματα αυτής της περιόδου περιλαμβάνονται κοσμήματα όπως δακτυλίδια, ενώτια, περόνες καθώς και πολυάριθμα αγγεία (μικροσκοπικά ή κανονικού μεγέθους,) όπως αρύβαλλοι και κύλικες, ενώ σε αυτά συγκαταλέγεται και ηχείο λύρας από κέλυφος χελώνας. Πολλά από τα ευρήματα των Βασσών εκτίθενται σήμερα στο Αρχαιολογικό Μουσείο Πύργου.

Τα υπολείμματα επεξεργασίας μετάλλου που επίσης αποκαλύφθηκαν κοντά στον ναό, μαρτυρούν ότι κατά τους αρχαϊκούς χρόνους πρέπει να υπήρχε στην περιοχή εργαστήριο μεταλλουργίας.

Ο διαπρεπής αρχαιολόγος Νικόλαος Γιαλούρης, ο οποίος διενήργησε ανασκαφές στις Βάσσες για ένα μεγάλο διάστημα, ως το 1979, αναφέρει ότι ο ναός βρισκόταν ανάμεσα σε πολυάριθμες οικοδομές, μερικές μνημειώδεις, αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Επίσης υποστήριξε ότι πολλά από τα κινητά ευρήματα τα οποία ήταν εισηγμένα (Ηλιακά, Κορινθιακά και Λακωνικά), αλλά και αρκετά μολύβδινα αναθήματα φανερώνουν τις σχέσεις του ιερού των Βασσών με διάφορες περιοχές της Πελοποννήσου και ιδιαίτερα με την Λακωνία.

Στους κλασικούς χρόνους, ο πολεμικός χαρακτήρας του θεού μετατράπηκε σε ειρηνικό, και η λατρεία απευθύνεται στον Απόλλωνα θεό-θεραπευτή/επικούριο και πάλι, γιατί προστάτευσε τους Φιγαλείς από την εξάπλωση επιδημικής ασθένειας, που είχε πλήξει τον ελλαδικό χώρο κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο.

Μετάβαση στο περιεχόμενο