Το ιερό του Επικούριου Απόλλωνα στην περιοχή των Βασσών, βρισκόταν στις παρυφές της Παρρασίας, μίας από τις αρχαιότερες περιοχές της Αρκαδίας, στις δυτικές παρυφές της λεκάνης της Μεγαλόπολης και στις ανατολικές κλιτύες του Λυκαίου όρους.
Το όνομα “Βάσσαι” είναι δωρικής προέλευσης και σημαίνει τα κατάφυτα πλατώματα σε ορεινή περιοχή.
Το τοπωνύμιο περιγράφει το φυσικό περιβάλλον, το τοπίο στο οποίο εντασσόταν το ιερό και ο Ναός του Απόλλωνα ο οποίος ήταν γνωστός και ως Βασσίτας.
Οι Παρράσιοι θεωρούνται ως αυτόχθονες κάτοικοι της Πελοποννήσου, όπως όλοι οι Αρκάδες.
Η κτηνοτροφία και η εκτεταμένη υλοτομία κατά τη νεότερη εποχή απογύμνωσαν το τοπίο, ώστε σημερινή εικόνα του ευρύτερου τοπίου πέριξ του μνημείου να απέχει από αυτή των πολλών δέντρων και της βλάστησης που κάλυπταν την περιοχή των Βασσών στην αρχαιότητα .
Η αίσθηση της απομόνωσης που δημιουργείται στον σημερινό επισκέπτη του αρχαιολογικού χώρου των Βασσών αφενός λόγω του μεγάλου υψομέτρου, αφετέρου λόγω της σημαντικής του απόστασης από μεγάλες πόλεις, επίσης δεν συνάδει με την πραγματικότητα κατά την αρχαία εποχή.
Πλην της Φιγαλείας που ίδρυσε και ήλεγχε το ιερό των Βασσών, σε μια σχετικά μικρή ακτίνα πέριξ αυτού, υπήρχαν αρκετές πόλεις, πολίσματα, οχυρά αλλά και ιερά περισσότερο ή λιγότερο προσιτά:
- Ιερό στην κορυφή του Λυκαίου όρους, αφιερωμένο στον Δία, το σημαντικότερο στην Αρκαδία. Σύμφωνα με τις πεποιθήσεις των αρχαίων Αρκάδων ο Δίας γεννήθηκε εκεί και ανατράφηκε από τις τρεις Νύμφες Θεισόα, Νέδα και Αγνώ. Εκτός της οπτικής επαφής του Ιερού του Διός στο Λύκαιο και του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες Φιγαλείας, υπήρχε και δρόμος που συνέδεε τους δυο τόπους, ο οποίος διατηρείται μέχρι σήμερα, κάπως παραλλαγμένος.
- Οι δυο αρχαϊκοί ναοί αφιερωμένοι στην Αφροδίτη και την Αρτέμιδα στην κορυφή του Κωτιλίου, σε υψόμετρο 1340 μέτρων.
- Η αρχαία Λυκόσουρα, η αρχαιότερη πόλη της Ελλάδος κατά τον Παυσανία, η οποία διαφέντευε το ιερό του Διός στο Λύκαιο όρος.
- Η αρχαία Εΐρα, πόλισμα του 7ου – 6ου αι. π.Χ. των αρχαίων Μεσσηνίων στη δυτική πλευρά του όρους Τετράζι όπου οχυρώθηκαν οι Μεσσήνιοι και πρόβαλαν σθεναρή αντίσταση κατά των Σπαρτιατών.
- Η αρχαία Θεισόα, κώμη της Παρρασίας, στις πλαγιές του Κεραυσίου όρους, στα βόρεια του Λυκαίου όρους. Οι κάτοικοι της κώμης και της ευρύτερης Θεισοαίας περιοχής, απέδιδαν ιδιαίτερες τιμές στην νύμφη Θεισόα, όπως αναφέρει ο Παυσανίας (8.38.9).
- Η αρχαία Αλίφειρα, νοτίως της κοιλάδας του Αλφειού, η οποία ανήκε στο Κυνουραίων ή Κυνουρίων τμήμα της Αρκαδίας, στα σύνορα με την Τριφυλία. Το όνομά της είναι μάλλον προελληνικό και σχετίζεται με τον Αλίφηρο, έναν από τους πενήντα γιους του Λυκάονος, που θεωρείται ως ο μυθικός ιδρυτής της.
- Το αρχαίο Λέπρεο, σημαντική πόλη και πρωτεύουσα της Τριφυλίας, «χώρα ευδαίμονα» σύμφωνα με τον Στράβωνα.
- Ναός του 6ου – 5ου αιώνα π.Χ. στην θέση “Πετρούλες” σε κορυφή λόφου στο όρος Τετράζι, κοντά στην Άνω Μέλπεια.
- Ερείπια τειχισμένης πόλης στη θέση Γαρδίκι Βρεστού. Εντός των τειχών διακρίνονται οικοδομικά κατάλοιπα σπιτιών, δημοσίων κτιρίων και θεάτρου που χρονολογούνται τον 4ο αι. π.Χ. Από το χώρο προέρχονται και ευρήματα αρχαϊκών χρόνων. Η θέση δεν έχει προς το παρόν ταυτισθεί με κάποια αρχαία πόλη άγνωστη πόλη της αρχαίας Τριφυλίας.
- Αρχαίος μονόχωρος ναός πλησίον της κοινότητας των Περιβολίων. Στο χώρο έχουν αποκαλυφθεί ανασκαφικά υπολείμματα και άλλων κτιριακών εγκαταστάσεων καθώς και μεγάλος ανοικτός αγωγός ύδατος.
Ναός Δήμητρας
Αρχαιολογικός Χώρος Λεπρέου
Ναός Αθηνάς
Αρχαιολογικός Χώρος Αλίφειρας
Ναοί Αρτέμιδας και Αφροδίτης
Ιερά στο Κωτίλιο
Θεισόα
Αρχαίος ναός
Περιβόλια Φιγαλείας
Οι ανωτέρω αναφερόμενες πόλεις και ιερά αλλά και αρκετές ακόμη αρχαιολογικές θέσεις δείχνουν ότι στα αρχαϊκά και κλασικά χρόνια, η Παρρασία και η ευρύτερη περιοχή της είχαν κατοίκηση και μάλιστα ακμάζουσα.
Η ίδρυση της Μεγαλόπολης με τον συνοικισμό σαράντα αρκαδικών πόλεων και πολιχνών κατά τον 4ο αι. π.Χ., από τους Θηβαίους, ένα χρόνο μετά την νίκη τους στα Λεύκτρα το 371 π.Χ. κατά των Σπαρτιατών προκάλεσε μεταβολές στο πληθυσμιακό υπόβαθρο της περιοχής.
Η νοτιοδυτική Αρκαδία, αν και δεν εγκαταλείφτηκε, φαίνεται ότι από τα ελληνιστικά χρόνια και έπειτα αποστερήθηκε μεγάλο μέρος του ανθρώπινου δυναμικού της και οι κάτοικοί της δεν έφθασαν στο επίπεδο ακμής των προγόνων τους.